- ανισότιμος
- -η, -ο (Α ἀνισότιμος, -ον)(για πρόσωπα) αυτός στον οποίο δεν αποδίδονται οι ίδιες τιμές με κάποιον άλλονεοελλ.(για πράγματα) αυτός που έχει διαφορετική τιμή ή αξία σε σύγκριση με άλλον («ανισότιμα νομίσματα»).
Dictionary of Greek. 2013.